Στις περισσότερες περιπτώσεις οι διερμηνείς συνεδρίων κάνουν διερμηνεία από τις παθητικές τους γλώσσες προς τη μητρική τους γλώσσα. Η μητρική γλώσσα είναι η ενεργητική τους γλώσσα, η οποία συχνά αναφέρεται ως γλώσσα A.
Ορισμένοι διερμηνείς γνωρίζουν άριστα μια άλλη γλώσσα, εκτός της μητρικής τους, και είναι σε θέση να κάνουν διερμηνεία προς τη γλώσσα αυτή από μία ή περισσότερες από τις υπόλοιπες γλώσσες τους. Πρόκειται λοιπόν για μια δεύτερη ενεργητική τους γλώσσα. Για ένα διερμηνέα που είναι σε θέση να κάνει διερμηνεία από την μητρική του γλώσσα προς μια δεύτερη ενεργητική γλώσσα, λέμε ότι κάνει “retour“. Ορισμένοι διερμηνείς με γλώσσα «retour» εργάζονται προς τη γλώσσα αυτή μόνο σε διαδοχική και όχι σε ταυτόχρονη διερμηνεία.
Παθητικές γλώσσες είναι οι γλώσσες τις οποίες ο διερμηνέας κατανοεί πλήρως και τις οποίες συχνά ομιλεί ως ένα βαθμό, όχι όμως αρκετά ώστε να μπορεί να κάνει διερμηνεία προς τις γλώσσες αυτές.